Δευτέρα 30 Δεκεμβρίου 2013

Ευχές για το 2014!!!

Εικόνες από ένα κάποιο μέλλον, μάλλον, φανταστικό και εικόνες από ένα υπαρκτό παρόν με δόσεις φαντασιώσεων. 


Κάποτε, που λέτε, φανταζόμουν, πως το 2014 θα έχουμε όλοι ιπτάμενες μηχανές και μια απλουστευμένη ζωή στραμμένη στη δημιουργία. Η τεχνολογία πλέον θα είχε φτάσει σε τέτοιο επίπεδο, που μόνο η εξέλιξη μας συνολικά, θα ήταν ο στόχος της ζωής μας. Θα ήταν μια πολύ ενδιαφέρουσα κοινωνία, αν και λίγο αποξενωμένη από τη φύση. Από πού άραγε να μου είχαν γεννηθεί αυτές οι ιδέες και γιατί υπάρχουν εξωγήινες απειλές και ολικές καταστροφές του περιβάλλοντος σε αυτές τις κοινωνίες; Είναι όλα τόσο φανταστικά και ανέφικτα ή κάποια μπορεί να είναι και αλήθεια; Και αν ναι, ποια;

Πέρασαν καιροί και χρόνοι και το 2014 φτάνει αύριο. Και ως ώριμο πλέον παράγωγο της εποχής μου σκέφτομαι όλα αυτά που κάποτε φανταζόμουν. Και αναρωτιέμαι! Γιατί δεν έχουμε όλοι ιπτάμενες ηλεκτρικές μηχανές; Γιατί δεν έχουμε λύσει τα χέρια μας, ώστε να είμαστε μόνο δημιουργικοί πλέον και όχι σκλάβοι; Γιατί η κοινωνία δεν έχει καταφέρει με τόσα που έχει μάθει να είναι τουλάχιστον ευγενική; Γιατί ακόμη όλοι σκοτώνονται για κάτι που δεν υπάρχει, ενώ άλλοι πεθαίνουν γιατί δεν έχουν τροφή και νερό, αυτά που οι πρώτοι πετούν με αλαζονεία; Γιατί οι Μαρίες Αντουανέτες το 2014 δεν έχουν ακόμη απαγχονιστεί; Πως γίνεται, να  μην βλέπουν όλοι οι άνθρωποι παγκόσμια, ότι η μάζα, οι φτωχοί, οι σχεδόν όλοι, πάντα πεθαίνουν μαζικά και ποτέ εκείνοι, οι λίγοι, οι καλοί, οι σημαντικοί; Πως γίνεται ενώ υπάρχουν δομές που μπορούν να στηρίξουν δυο κόσμους και τεχνολογία για να τις αναπτύξει, τεχνογνωσία για να λειτουργούν όλα, όλοι εμείς να αποδεχόμαστε αυτά τα εργαλεία να υπάρχουν για το κέρδος και όχι για να ζούμε όλοι μας μια όμορφη ζωή;

Στο σημείο που συγκλίνει η φαντασία μου για το 2014 με την πραγματικότητα, είναι οι ανύπαρκτοι εχθροί, από τους οποίους μας σώζουν πάντα, οι υπαρκτοί τύραννοι. Αυτό είναι το ίδιο ανυπέρβλητο σημείο και το μόνο που θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι στη φύση του ανθρώπου. Πάντα πρέπει να φοβάται κάτι ανύπαρκτο και να στηρίζει τη σωτηρία του σε αυτόν που φορά το σεντόνι και τον κυνηγά. Δεν νομίζετε κι εσείς, ότι φτάνει πια; Όχι μόνο εδώ, σε αυτή την καταντημένη γωνίτσα αλλά παντού. Πεθαίνουν οι άνθρωποι για την υπερθρησκεία, για το υπερέθνος, για την υπερεταιρία, υπέροχα μονάχοι. Αντί να ζουν με σεβασμό και μια ελάχιστη ένδειξη αντίληψης της ασημαντότητας του καθενός μας μέσα στην μοναδική ιδιαιτερότητα του.

Εύχομαι σε όλους μας για τη νέα χρονιά να έχουμε δύναμη, υγεία και αγάπη, για να έχουμε την επιθυμία να οραματιζόμαστε και να δουλεύουμε μαζί για ένα καλύτερο κόσμο. Αυτό δεν θα γίνει υπακούοντας,  απαιτεί να αναλάβουμε να λειτουργήσουμε τις δομές χωρίς αυτούς που τις όριζαν ως τώρα. Εγώ κι εσύ, μαζί με όλους τους άλλους. Σαν την ΕΡΤ, σαν τη ΒΙΟΜΕ, όλα! Καλή μας χρονιά. 

Τετάρτη 23 Οκτωβρίου 2013

Ζήτω το ελληνικό νεοφιλελεύθερο προλεταριάτο


Η ιστορία αυτή δεν σκοπεύει την αγιοποίηση ή τη στοχοποίηση κανενός. Είναι ίσως μια εξομολόγηση που έπρεπε να έχω κάνει σε κάθε περιστατικό επί τόπου αλλά δεν έκανα. Είναι γεγονότα που με έθιξαν και προσωπικά, ακόμη και αν δεν εμπλεκόμουν με κανένα άλλο τρόπο πέραν του θεατή (εγώ με έβαλα σε αυτή τη θέση και οι φόβοι μου). Ίσως ο τίτλος να παραπλανεί αν και νομίζω πως δεν είναι και λανθασμένος. Εσείς θα το κρίνετε.

Είμαστε στο έτος 2013 σε ένα νησάκι κάπου στην Ελλάδα. Ας το ονομάσουμε Φρικονήσι για λόγους ευκολίας. Σε αυτό το υπέροχο νησί υπάρχει μία κοινότητα μικροπωλητών. Κοινότητα μόνο λόγω γειτνίασης και όχι λόγω κάποιων κοινοτικών σχέσεων μεταξύ των μελών που την απαρτίζουν. Ίσως φαίνεται παράξενο εξ'αρχής αυτό, μιας και μιλάμε για ανθρώπους που έχουν επιλέξει έναν εναλλακτικό τρόπο ζωής και βιώνουν τις δυσκολίες του δρόμου. Αναμενόμενο θα ήταν να υπάρχει αλληλεγγύη και κατανόηση στους κόλπους μιας τέτοιας αναγκαστικής συνύπαρξης, η αλήθεια είναι όμως, ότι κάτι τέτοιο ανήκει σε μία μάλλον φιλολογική προσέγγιση και όχι στην πραγματικότητα του 2013.

Η κοινότητα αυτή είχε από όλα. Είχε χειροτέχνες χίππιδες, new age style, μικρομαφιόζους, ξένους (μετανάστες και τουρίστες που έβγαζαν τα έξοδα τους από τον πάγκο), τσιγγάνους, πανέξυπνους και μορφωμένους, αμόρφωτους και ανόητους, ντόπιους, εμπόρους, χομπίστες, ρομαντικούς, κακούς, σπάταλους και σπαγκοραμμένους. Από όλα και από όλους είχε. Δεν είχε όμως ειλικρίνεια, δεν είχε σχέσεις (όχι πέραν από τις ήδη δομημένες), δεν είχε ομόνοια, δεν είχε αλληλεγγύη, δεν είχε ανθρωπιά. Χειρότερο νομίζω όλων, ήταν ο φόβος ή η αδιαφορία που είχαμε όλοι, να "χωθούμε" σε κάποιους με άσχημη συμπεριφορά που την αντιμετωπίζαμε και οι μεν και οι δε με σιωπή.

Ευχάριστη παρουσία για μένα με ιδιαίτερη καθαρότητα είχε το τσιγγάνικο ζευγάρι της ιστορίας. Η ανθρωπιά και η επιθυμία να μοιραστεί. Θα βάλω λοιπόν αυτούς στο κέντρο και θα περιγράψω τρία περιστατικά. Αυτόν ας τον πούμε Χαλήλ και αυτήν ας την πούμε Βαρβάρα.
Ο Χαλήλ και η Βαρβάρα είχαν το αυτοσχέδιο κάρο-τροχόσπιτο πίσω από την πιάτσα που άνοιγαν οι πάγκοι. Φτιάχνουν καλάθια και τα πουλούν. Κάθε πρωί η Βαρβάρα με σκούπα και φαράσι σκούπιζε το χώμα γύρω από τον πλάτανο και καθάριζε το μέρος από γόπες και σκουπίδια που οι πολιτισμένοι της κοινότητας πετούσαμε. Είναι "αλήθεια" πως οι γύφτοι έχουν μία τάση στη βρώμα, αυτοί όμως βρε παιδί μου, πολύ καθαροί. Μάλλον επειδή εμείς οι φυσιολάτρες δεν συμμεριζόμασταν την ανάγκη τους η φύση να μοιάζει με φύση και όχι με παραφύσιν βιασμό από σκουπίδια και αποτσίγαρα.

Μια μέρα η Βαρβάρα έβρασε καλαμπόκια και μας κέρασε. Το πήρα ευχαρίστως και πριν την πρώτη δαγκωνιά, με ρωτάει ένας συνάδελφος (ο οποίος είχε ως βασική ενασχόληση τη θετική ενέργεια και το φιλτράρισμα της αρνητικής) "καλά τώρα αυτό θα το φας;". Απαντάω θετικά, καθώς αυτό το σκοπό είχα και ακούω το συγκλονιστικό "που ξέρεις που το είχε πριν η γύφτισσα και θα το φας". Ζντοοοοοιιιιιινγκ! Αυτό το σχόλιο, ήταν για τη γυναίκα που κάθε πρωί φρόντιζε να είναι το μέρος λαμπίκο, από κάποιον σαν εμάς που δεν το είχε ποτέ κατά νου, να προσφέρει στον εαυτό του και στους άλλους μια τέτοια υπηρεσία ανιδιοτελώς. Η αντίδραση μου φυσικά δεν ήταν φιλική. Τον έλουσα με ένα σωρό κοσμητικά περί ρατσισμού, μίσους και περιθωριοποίησης. Αυτό έγινε γιατί με έπαιρνε και γιατί ήταν ήρεμος και φιλικός. Γιατί στο τρίτο περιστατικό που ακολουθεί, απλά μουγκάθηκα.

Κοντά στο τέλος της σεζόν, με φωνάζει ο Χαλήλ και μου λέει πως για προσωπικούς λόγους θα φύγει νωρίτερα και ήθελε να μου προτείνει να πάρω το μέρος του. Μου είπε: "Εσύ φώτα καλά δεν έχεις και δεν μπορείς να δουλέψεις εκεί που είσαι. Τώρα που θα φύγω έλα στη θέση μου για να είσαι ανάμεσα στους άλλους δύο που έχουν δυνατά φώτα και να μπορείς να δουλέψεις." Με συγκίνησε πολύ και του είπα, να το πει και στους άλλους δύο για να μπω εκεί ανάμεσα στο μέρος του. Και οι δύο του είπαν σαφώς πως είναι καλή ιδέα και θα το κάνουμε έτσι. Την άλλη μέρα που ο Χαλήλ είχε φύγει, το σημείο όπου  έστηνε, είχε μικρύνει πολύ ξαφνικά και δεν χωρούσα. Οι δύο που το προηγούμενο βράδυ συμφώνησαν ασυζητητί, με κοιτούσαν και μου έλεγαν "καλά εδώ θα μπεις, δεν βλέπεις πως δεν χωράς" και μεταξύ σοβαρού και αστείου " να είχες καλύτερα φώτα που θέλεις να κουνηθούμε εμείς για να βολευτείς, πως την είδες;" Εκεί πάγωσα. Πήρα τα μπογαλάκια μου και γύρισα στο σημείο που ήμουν. "Τι να κάνω τώρα φασαρία και τι να τους πω που δεν πέρασε ούτε 24ωρο από την κουβέντα μας και δεν ντρέπονται" σκεφτόμουν "ας κάτσω ήσυχα στο μέρος μου και ας μην προκαλέσω άσχημο κλίμα μεταξύ μας". Η αλήθεια είναι όμως πως πληγώθηκα και με πείραξε που κανείς δεν θα αποκαλέσει γύφτους (με όσα στερεότυπα επισύρει ο χαρακτηρισμός) τους δύο γαλανομάτηδες (έτυχε να είναι, τι να κάνουμε) που με έδιωξαν και αποκαλούν γύφτους το Χαλήλ και τη Βαρβάρα, οι οποίοι χωρίς να μας συνδέει καμία ιδιαίτερη σχέση, μου φέρθηκαν τόσο όμορφα και ανθρώπινα καθ΄όλη τη διάρκεια της συνύπαρξης μας.

Οι γύρω μου είχαν τη στόφα του επιχειρηματία που θέλει να εκμηδενίσει τον ανταγωνισμό και να κρατά το κεφάλι του ήσυχο. Σιωπούσαν στον μικρομαφιόζο που κάνει κουμάντο και τραμπουκίζει (σε όσους τον παίρνει) και σιωπούσα κι εγώ. Προτίμησαν να υπακούσουν στην εντολή-απειλή του δημάρχου και να πολεμήσουν τον διπλανό που τους πιάνει το χώρο. Αυτοί είναι το προλεταριάτο στο Φρικονήσι με την αστική ταξική συνείδηση. Οι στίχοι που κολλάνε παντού κολλάνε κι εδώ.
 "Μα από την κόλαση μου σου φωνάζω
η εικόνα σου είμαι κοινωνία και σου μοιάζω"

Να με συγχωρήσουν όσοι αναγνωρίζουν τον εαυτό τους "στους κακούς" της ιστορίας, μόνο για ένα πράγμα, που δεν είχα το κουράγιο και τη δύναμη να τους τα πω στα μούτρα εκείνη τη στιγμή. Και να με συγχωρήσουν κυρίως εκείνοι που αν τους βοηθούσα τότε θα ήμασταν και οι δύο πιο δυνατοί. Δεν έπρεπε να έχω ξεχάσει τα ευχαριστήρια από τους μικροπωλητές στη χρυσή αυγή που "καθάρισαν" τον τόπο από τους άλλους, τους ξένους, τους μαύρους, τους τσιγγάνους. Όλους αυτούς δηλαδή που η δουλειά τους είναι να κλέβουν, να απαγάγουν παιδιά και να εγκληματούν γενικά και όχι να προσπαθούν για το μεροκάματο κι αυτοί, όπως εμείς οι υπόλοιποι, οι σωστοί και καθαροί.

ΥΓ: Μου πήρε δύο μήνες να μπορώ να μιλήσω για όσα είδα και έζησα και πάλι δεν θίγω πολλά από τα τόσα που ήταν πραγματικά σοκαριστικά, καθώς ήμασταν μια μικρογραφία της κοινωνίας, της τάξης των 30 το πολύ ανθρώπων σε ένα ιδανικό μέρος για να ξεπεράσει κάποιος τη μικρότητα του. Η απογοήτευση μου ήταν τόσο μεγάλη, που έλεγα πως δεν θα ασχοληθώ ξανά με την πολιτική και τον αγώνα καθώς ο νεοφιλελευθερισμός έχει τις ρίζες του στη βάση και γι αυτό είναι τόσο ανεκτή από τους περισσότερους η κορυφή. Όμως οι εξελίξεις γύρω μου, μετά την μικρή, ανώδυνη και αναίμακτη ιστοριούλα μου, δεν μου δίνουν αυτή την πολυτέλεια. Ο φόρος είναι ο πόνος, το μίσος, το αίμα, ο θάνατος, ο διασυρμός ανθρώπων και δεν υπάρχει περιθώριο απογοήτευσης αλλά ανασκούμπωμα και αγώνας. 

Σάββατο 6 Απριλίου 2013

Η συγκαλυπτική κοινωνία και το έγκλημα



Κοινωνικός και πολιτικός στρουθοκαμηλισμός – Ελλάδα 2013

Εν μέσω μιας λαίλαπας από μάσκες που πέφτουν και πλήρους απογοήτευσης, στους δρόμους επικρατεί μια τρέλα. Δεν ξέρεις τι μπορεί να συναντήσεις, από καβγάδες πενηντάχρονων οδηγών, μαχαιρώματα, χρυσαυγίτες, κυνηγητό, βία, πρέζα, νεύρα, χαμός. Αλλά κυρίως αλλού, Αθήνα, Θεσσαλονίκη, γενικά αλλού. Πως μπορεί να γίνει το ίδιο σε μια επαρχία; Στην Ξάνθη αν αλλάξεις πλευρό στον ύπνο σου, μπορεί το πρωί να το μάθεις από το γείτονα. Ξαφνικά γίνεται κάτι τέτοιο στην κεντρική πλατεία της πόλης, υπάρχει ένα υπόκωφο βουητό και κανείς δεν λέει και δεν κάνει τίποτα; Πρέπει να έχουμε στάση της μειονότητας και να παρακολουθούμε καταδικάζοντας τον "εθνικισμό"; Δεν είναι υπόθεση όλων η φασιστική δράση στην πλατεία; Τα παιδιά όλης της πόλης, σε άλλη κεντρική πλατεία θα πάνε; Θα νιώθουν ασφαλείς οι Ξανθιώτες με ροπαλοφόρους που τραμπουκίζουν τα παιδιά κάποιων, κάποιων μουσουλμάνων, κάποιων αριστερών, κάποιων αναρχικών, κάποιων "διαφορετικών"; Δεν μπορώ να καταλάβω και προσπαθώ.

Αν δούμε τη γενικότερη σιωπή της κοινωνίας σε πολλά, θα κατανοήσουμε το υπόκωφο βουητό. Στις 9 Μάρτη, έγινε μία πορεία – εκδήλωση για τη βία κατά των γυναικών. Είχε μεγάλη συμμετοχή από πολλές ομάδες πανελλαδικά αλλά είχε μικρή σχετικά συμμετοχή από Ξανθιώτες. Τα στένσιλ και τα τρικάκια κάποιων ομάδων θεωρήθηκαν βίαια και προκλητικά. Έγινε πάλι ένας υπόκωφος ντόρος γι αυτό. Όχι για τους χίλιους ή και παραπάνω ανθρώπους, άντρες και γυναίκες από όλη την Ελλάδα που ήταν στο δρόμο για να διαδηλώσουν ενάντια σε ένα κοινωνικό και πολιτικό φαινόμενο που ΔΕΝ αφορά το εισόδημα τους, αλλά τα τρικάκια και τα στένσιλ που ήταν βίαια. Μερικά από τα θέματα που κατήγγειλε η συγκεκριμένη εκδήλωση, ήταν η υποκρισία, η συγκάλυψη, η θυματοποίηση και η σιωπή ή αυτό το υπόκωφο βουητό, που γίνεται σε φάσεις κραυγή κανιβαλισμού. 

Από καιρού εις καιρόν στην περιοχή έχουν γίνει ρατσιστικές επιθέσεις. Νύχτες έγραφαν σε τοίχους συνθήματα μίσους. Πάντα, υπήρχε εσπευσμένα η συγκάλυψη από όλες τις πλευρές, το υπόκωφο βουητό και η υποκρισία, πως δεν ξέρουν, πως δεν παίρνουν θέση, πως δεν έμαθαν. Μια ισορροπία εύθραυστη. Παρόλα αυτά οι ίδιοι άνθρωποι συναναστρέφονται και συνυπάρχουν κανονικά και φιλικά στη μικρή κοινότητα της περιοχής. Συνεργάζονται, είναι γείτονες, είναι ζευγάρια, είναι γνωστοί. Κι έτσι ξαφνικά, βρέθηκαν 30-40 τύποι και βγαίνουν στην πλατεία οπλισμένοι κυνηγώντας αυτούς τους συνανθρώπους σου, που μοιράστηκες το ίδιο θρανίο μαζί τους και μοιράζεσαι την καθημερινότητα σου σε όλη σου τη ζωή και εσύ σιωπάς; Είναι δυνατόν να προκάλεσαν τα βίαια στένσιλ και όχι η φυσική βία από μια συμμορία συγκεκριμένων ανθρώπων που δρουν ανεξέλεγκτα στην πόλη;
 Βέβαια τολμώντας να εκφράσω την απορία μου και να ζητήσω από όλους να αντιδράσουμε μαζικά, μου είπαν πως ανάβω το φυτίλι. Εγώ το ανάβω, που μιλώ γι αυτό και όχι οι τραμπούκοι με τα λοστάρια που το έκαναν. Όπως η ανακοίνωση της ΧΑ πως αντιεξουσιαστές χτύπησαν άνθρωπο στην πλατεία. Και όχι μόνο όσοι το παρακολούθησαν, αλλά όλοι, ξέρουν τι πραγματικά συνέβη και ποιος χτύπησε ποιον και γιατί. 
Ο μόνος τρόπος να αντιμετωπιστεί ο φόβος, είναι να πάψεις να φοβάσαι και αυτό μπορεί να το κάνει μόνο ο διπλανός σου, που θα σταθεί δίπλα σου, όταν πιο πολύ φοβάσαι. Με συγκάλυψη, υποκρισία και σιωπή, κινδυνεύουμε να ζήσουμε ως θύματα τη ζωή μας, ανάμεσα σε «φρουρούς της νομιμότητας» που είναι η πηγή της ανομίας. 


Υ.Γ. Μετά από μια βδομάδα αναμονής για τις κινήσεις που θα γίνουν, με χαρά δημοσιεύω σήμερα το κείμενο. Η χαρά οφείλεται στις σχεδόν 3.000 κόσμου που διαδήλωσαν στην Ξάνθη, στα πλαίσια της αντιρατσιστικής πορείας και διασκέδασαν τον δικό μου φόβο, που περιγράφω παραπάνω . Έτσι πρέπει να σπάνε τα αποστήματα, ένα - ένα. Μεγάλο κομμάτι της μειονότητας σήμερα, επέλεξε να μην πέσει στην παγίδα των εθνικισμών προκειμένου να υπερασπιστεί τα δικαιώματα του, αλλά εμπιστεύθηκε το δρόμο και την ενότητα με όσους θίγονται από τους ναζί.  Μεγάλο βήμα για όλους μας. Ήταν μια όμορφη μέρα η σημερινή. Χαίρομαι που τη μοιραστήκαμε. Εύχομαι να βγάζουμε πιο συχνά τη γλώσσα στη σιωπή, στη συγκάλυψη και στην υποκρισία. Ο υπόκωφος θόρυβος, να γίνει φωνή και γροθιά υψωμένη.
Θάνατος στο φασισμό - 
faşizme ölüm

Πέμπτη 21 Μαρτίου 2013

Οι ποιητές για τη δημοκρατία

Ο Αργύρης, μικροπωλητής της ποίησης
Με αφορμή την ημέρα ποίησης, ένα δώρο από το Κατινάκι :)


Η γηραιά κυρία δημοκρατία
Μ. Χατζιδάκις
 [Εσμεράλδα, ο άνεμος. δώδεκα μπαλάντες για τον παρόντα χρόνο, Hollywood από Φεβρουάριο έως Μάιο 1968 –η συλλογή εντάχθηκε στη Μυθολογία Δεύτερη (1968-1982)]

Την γνωρίζω καλά
Αυτή την ακριβή Κυρία
Πού από καιρό έχει πάψει
Να ομολογεί την ηλικία της.

Κάθεται στον ίδιο
Με τον δικό μου δρόμο
Στη γωνιά ακριβώς.
Απ’ τα παράθυρα της
Μπορεί να δει κάθε πρωί
Τις παιδικές φυλακές των «Πέντε Αγίων»
Το νεκροταφείο
Και την αστυνομία πόλεως.

Το εσωτερικό του σπιτιού της, λένε,
Είναι υπέροχο
Αν και φθαρμένο λίγο
Από το Χρόνο
Από τη σκόνη
Κι από την ίδια
Πού χρόνια τώρα κάθεται
Στις ίδιες καρέκλες.

Λένε πολλά γι’ αυτήν
Μα πιο πολύ μιλούν
Για τις πολλές ερωτικές της σχέσεις
Με Στρατηγούς
Με επαγγελματίες Πολιτικούς
Με Διανοούμενους
Άλλα και με Αστυνομικούς.

Δεν υπάρχει αμφιβολία γι’ αυτό
Το μαρτυρούν άλλωστε οι εκκλησίες
Τα πολυάριθμα σχολεία
Οι φυλακές και τ’ αναμορφωτήρια
Πού γενναιόδωρα έχει χαρίσει.
Εις το Κράτος.

Το σαλόνι της είναι ανοιχτό
Για όσους δεν έχουν ασχολία
Κι αργοπεθαίνουν από πλήξη.
Κι όσοι πηγαίνουν τ’ ομολογούν
Πώς όλα είναι υπέροχα
Στο σπίτι της καλής αυτής Κυρίας…

Ιδιαίτερα το δειλινό
Στην ώρα του δείπνου
Με την ακριβή ιεροτελεστία του φαγητού
Το σπίτι γίνεται χρυσό
Ένα μνημείο ιστορικό
Με τα πορτρέτα των προγόνων της
Αγωνιστών και δολοφόνων
Με τ’ ακριβά παράσημα των «εθνικών υπηρεσιών»
Με τις περγαμηνές και τα χρυσά μαχαίρια
Με τα κεριά και τα ψηφιδωτά. . .

Και μες σ’ αυτά
Νέοι
Αισθητικοί κι ευαίσθητοι
Προσφέρουνε στους καλεσμένους
Education
Poetry
And
Love.

Πῶς μᾶς θέλει ἡ «ἀληθὴς δημοκρατία»
Κώστας Βάρναλης

Νὰ μὴν ἀκούω καὶ νὰ μὴ βλέπω νὰ πατῶ.

Νὰ μὴ νογάω καὶ νά ῾χω τὸ στόμα βουλωτό.

Νὰ μὴ μὲ φαρμακών᾿ μπόχα τοῦ καιροῦ μου.

Χωρὶς αὐτιὰ καὶ μάτια, μύτη καὶ μυαλό,
μουγκὸς νὰ πηαίνω, ὅποτε μοῦ ῾ρθει, πρὸς νεροῦ μου,
κι ἅμα τσινάει Γάϊδαρος νὰ μὴ γελῶ.

Καὶ σὰ μὲ καρυδώνουνε μουνοῦχο σκλάβο
οἱ Ἀμερικάνοι, ἐγὼ νὰ βλαστημάω τὸ Σλάβο.


ΕΝ ΜΕΓΑΛΗΙ  ΕΛΛΗΝΙΚΗΙ  ΑΠΟΙΚΙΑΙ, 200 π.Χ.
Κ. Π. Καβάφης
 [Ποιήματα 1897-1933, Ίκαρος 1984]


Ότι τα πράγματα δεν βγαίνουν κατ’ ευχήν στην Αποικία
δεν μέν’ η ελάχιστη αμφιβολία,
και μ’ όλο που οπωσούν[1] τραβούμ’ εμπρός,
ίσως, καθώς νομίζουν ουκ ολίγοι, να έφθασε ο καιρός
να φέρουμε Πολιτικό Αναμορφωτή.

Όμως το πρόσκομμα κ’ η δυσκολία
είναι που κάμνουνε μια ιστορία
μεγάλη κάθε πράγμα οι Αναμορφωταί
αυτοί. (Ευτύχημα θα ήταν αν ποτέ
δεν τους χρειαζόταν κανείς.) Για κάθε τι,
για το παραμικρό ρωτούνε κι εξετάζουν,
κ’ ευθύς στον νου τους ριζικές μεταρρυθμίσεις βάζουν,
με την απαίτησι να εκτελεσθούν άνευ αναβολής.

Έχουνε και μια κλίσι στες[2] θυσίες.
Παραιτηθείτε από την κτήσιν σας εκείνη∙
η κατοχή σας είναι επισφαλής {…}
Παραιτηθείτε από την πρόσοδον αυτή {…}

Κι όσο τον έλεγχό τους προχωρούνε,
βρίσκουν και βρίσκουν περιττά, και να παυθούν ζητούνε∙
πράγματα που όμως δύσκολα τα καταργεί κανείς.

Κι όταν με το καλό, τελειώσουνε την εργασία,
κι ορίσαντες και περικόψαντες το παν λεπτομερώς,
απέλθουν, παίρνοντας και την δικαία μισθοδοσία,
να δούμε τι απομένει πια, μετά
τόση δεινότητα χειρουργική. –

Ίσως δεν έφθασεν ακόμη ο καιρός.
Να μη βιαζόμεθα ∙ είν’ επικίνδυνον πράγμα η βία.
Τα πρόωρα μέτρα φέρνουν μεταμέλεια.
Έχει άτοπα πολλά, βεβαίως και δυστυχώς, η Αποικία.
Όμως υπάρχει τι το ανθρώπινον χωρίς ατέλεια;
Και τέλος πάντων, να, τραβούμ’ εμπρός.








[1] Με κάθε τρόπο.
[2] στις (ιδιωμ. τύπος).

Τρίτη 12 Μαρτίου 2013

Φασισμός και Δικτατορία



Εισήγηση βασισμένη στο βιβλίο του Νίκου Πουλαντζά "Φασισμός και Δικτατορία" που παρουσιάστηκε στο Αντιφασιστικό Φεστιβάλ Σύρου 7-12 Ιουνίου 2012

Για ποιο λόγο αυτή τη στιγμή μία μελέτη για το φασισμό;
Νομίζω πως η μελέτη αυτή λόγω της επικαιρότητας του προβλήματος, ανταποκρίνεται σε μία πολιτική ανάγκη. Πραγματικά πριν από μερικά χρόνια το ζήτημα του φασισμού και των άλλων μορφών δικτατορίας έμοιαζε να απασχολεί μόνο μία κάποια ακαδημαϊκή ιστοριογραφία, που και αυτή, άλλωστε, έμενε παραγκωνισμένη στο περιθώριο της ιστορίας. Να όμως που γίνεται όλο και πιο φανερό, πως ο καπιταλισμός σήμερα περνάει, σε παγκόσμια κλίμακα, μία σοβαρή κρίση που προσβάλει τις ίδιες του τις μητροπόλεις. Είναι μία κρίση μόλις στο ξεκίνημα της. Το γεγονός μαρτυρεί πως απέναντι στην οξύτητα της ταξικής πάλης που χαρακτηρίζει αυτή τη μακρά και ανοιχτή περίοδο (καθώς ως γνωστόν «το μέλλον διαρκεί πολύ»), το κράτος εκτάκτου ανάγκης και συνακόλουθα του φασισμού είναι επίκαιρο, όπως άλλωστε επίκαιρο είναι και το θέμα της επανάστασης.

Η μικρή αυτή εισαγωγή, προέρχεται από το βιβλίο του Νίκου Πουλαντζά «Φασισμός και Δικτατορία» που εκδόθηκε το 1974. Το βιβλίο έχει χαρακτηριστεί ως ένα από τα σπουδαιότερα έργα που γράφτηκαν για την άνοδο του φασισμού στην Ιταλία και τη Γερμανία. Πιο συγκεκριμένα, ο Πουλαντζάς προσπάθησε να δώσει απάντηση στο ερώτημα της τεράστιας κοινωνικής -αστικής και λαϊκής- βάσης του φασισμού. Στόχος ήταν η ανάδειξη της διαδικασίας και του αποτελέσματος του εκφασισμού στις χώρες όπου επικράτησε. Παράλληλα, όμως, γίνεται φανερό πως ο φασισμός δεν αποτελεί τίποτα παραπάνω, από ένα καθεστώς εκτάκτου ανάγκης του ίδιου του καπιταλισμού και όχι όπως ψευδεπίγραφα παρουσιάζεται από τους εισηγητές του, ένα αντικαπιταλιστικό κίνημα.

Η διαδικασία εκφασισμού, όπως περιγράφεται, διακρίνεται σε τέσσερις περιόδους, από τις οποίες η πρώτη είναι αυτή που εκτείνεται από την έναρξη της διαδικασίας έως το σημείο “μη επιστροφής της”.
Σήμερα μπορούμε να πούμε, πως βρισκόμαστε στο πρώτο στάδιο της διαδικασίας εκφασισμού, αφού η δεύτερη περίοδος εκτείνεται από το σημείο “μη επιστροφής” έως την άνοδο του φασισμού στην εξουσία.
Ο Πουλαντζάς δίνει ορισμένα χαρακτηριστικά αυτής της διαδικασίας τα όποια ακόμα και σήμερα είναι αποκαλυπτικά των όσων συμβαίνουν στην κοινωνία αυτές τις μέρες που ζούμε.

Διαδικασία εκφασισμού μέρος πρώτο

Για τον Πουλαντζά η επικράτηση του φασισμού αντιστοιχεί σε μια πολιτική κρίση (και όχι οικονομική) που έχει να κάνει με τις συσσωρευμένες αντιφάσεις εντός του πολίτικου πεδίου και κυρίως με τη συγκύρια της ταξικής πάλης. Δεν μπορεί ο οικονομισμός να εξηγήσει την άνοδο του φασισμού άλλα η πολιτική κατάσταση και η συγκύρια της πάλης των τάξεων. Άλλωστε σε Ιταλία και γερμάνια, η άνοδος του φασισμού και του ναζισμού πραγματοποιήθηκε όταν η οικονομική κρίση ή είχε ήδη τελειώσει ή βρισκόταν στο τέλος της.


Σε αυτή τη συγκυρία, όταν ο φασισμός κυριαρχεί κοινωνικά, η εργατική τάξη βρίσκεται ήδη σε μια κατάσταση ήττας. Αντίθετα απ ότι  πιστεύεται γενικά φασισμός δεν είναι μια αμυντική στάση του καπιταλισμού που βρίσκεται σε δύσκολη θέση εξ αιτίας της επίθεσης της εργατικής τάξης άλλα η επίθεση του καπιταλισμού (του ιμπεριαλισμού συγκεκριμένα κατά Πουλαντζά) όταν η εργατική τάξη έχει ήδη ηττηθεί.

Για να ρίξει φως στο περίπλοκο φαινόμενο του φασισμού ο συγγραφέας τονίζει ότι είναι αναγκαίο να μελετηθούν οι σχέσεις του με τις διαφορές αντιμαχόμενες τάξεις καθώς και οι αντιφάσεις στο εσωτερικό των κυριάρχων τάξεων και των τμημάτων που ανήκουν σ αυτές.

·         Ένα από τα χαρακτηριστικά της πρώτης περιόδου εκφασισμού, είναι η επέκταση των πολιτικών αντιφάσεων στο ιδεολογικό επίπεδο με συνέπεια μια βαθιά κρίση κομματικής εκπροσώπησης. Στην αρχή της διαδικασίας αντιστοιχεί μια κρίση κομματικής εκπροσώπησης στο συνασπισμό εξουσίας και μια ροπή των αστικών κομμάτων προς μορφές κράτους εκτάκτου ανάγκης. Η δημοκρατική-κοινοβουλευτικη μορφή του κράτους παραμένει επιφανειακά άθικτη όμως οι σχέσεις των κυριάρχων τάξεων με τον κρατικό μηχανισμό δεν διαμεσολαβούνται πλέον αποκλειστικά από τα κόμματα. Θεσμοθετούνται μια σειρά από αφανή δίκτυα που υποκαθιστούν τα κόμματα ( ομάδες πίεσης , ιδιωτικά στρατιωτικά σώματα, παρακρατικά δίκτυα) . Επίσης ενισχύεται ο ρόλος του ίδιου του κρατικού μηχανισμού – στρατός , αστυνομία,  δικαστήρια, διοίκηση – ο όποιος βραχυκυκλώνει την επίσημη κυβέρνηση και μεταθέτει την πραγματική εξουσία στον στενό κρατικό μηχανισμό. Τα κόμματα ,ανίκανα πλέον να οργανώσουν πολιτικά τη συμμαχία των τάξεων που εκπροσωπούν μετατρέπονται σε παραληρούντα ανδρείκελα, κατάσταση που προκαλεί κωμικοτραγικά επεισόδια. Επίσης ένα άλλο χαρακτηριστικό της κρίσης των κόμματων είναι ο πολλαπλασιασμός τους, χαρακτηριστικό της ηγεμονικής αστάθειας και ανικανότητας.

·         Στη διαδικασία εκφασισμού, καμιά τάξη ή μερίδα κυρίαρχης τάξης δεν φαίνεται ικανή να επιβάλει την διακυβέρνηση της πάνω στις άλλες τάξεις και τμήματα του άρχοντος συγκροτήματος. Υπάρχει δηλαδή ένα πρόβλημα ηγεμονίας.

·         Σε αυτή τη κατάσταση ρευστότητας και ανακατανομής της ισχύος η επικράτηση του φασισμού αντιστοιχεί στην επικράτηση του χρηματιστικού κεφαλαίου.

Διαδικασία εκφασισμού μέρος δεύτερο - Σχέση φασισμού και εργατικής τάξης

·         Η έναρξη της διαδικασίας εκφασισμού προϋποθέτει αλλεπάλληλες ήττες της εργατικής τάξης  που ανοίγουν το δρόμο στο φασισμό. Μια ήττα δεν σημαίνει αναγκαστικά ανοιχτή ήττα σε μια κατάσταση κηρυγμένου εμφύλιου πολέμου, μπορεί να είναι το αποτέλεσμα μιας μάχης που δεν δόθηκε την κατάλληλη στιγμή. Επίσης, η ήττα δεν μετριέται μόνο με την αποτυχία να κάνεις την επανάσταση άλλα και με την αδυναμία να επιβάλλεις μέσα σε μία ανοιχτή κρίση εφικτούς πολιτικούς στόχους που δεν φτάνουν μέχρι την κατάληψη της εξουσίας. Οι ήττες και οι αποτυχίες αυτές σε συνδυασμό με τις νίκες του αντίπαλου απολήγουν αρχικά σε μια περίοδο σχετικής σταθεροποίησης σημαδεμένης από αιχμές έξαρσης της ταξικής πάλης κατά την όποια η εργατική τάξη εξασθενίζει συνεχώς. Η κατάσταση αυτή σταθεροποίησης αποβαίνει συνεχώς προς όφελος της αστικής τάξης.

·         Χαρακτηριστικό της διαδικασίας εκφασισμού είναι επίσης το ότι η πάλη της αστικής τάξης ενάντια στην εργατική παίρνει ολοένα και πιο πολιτικό χαρακτήρα  ενώ η πάλη της εργατικής τάξης περιορίζεται προοδευτικά  στον οικονομικό και διεκδικητικό τομέα. Το απεργιακό κίνημα παραμένει σχετικά ισχυρό αλλά κυριαρχεί η οικονομική διεκδικητική και όχι η πολιτική θέση.  Σε αυτό το πλαίσιο συμπληρωματικά έχουμε μαζικές διαδηλώσεις, καταλήψεις εργοστασίων, μορφές άμεσης αντίδρασης.

·         Στη διαδικασία εκφασισμού έχουμε μια κρίση ιδεολογίας ,τόσο της άρχουσας όσο και γενικευμένα. Αυτό επιτρέπει τη διάχυση της μικροαστικής ιδεολογίας τόσο στο γενικό κοινωνικό σύνολο όσο και στην εργατική τάξη. Την απήχηση αυτή της μικροαστικής ιδεολογίας μέσα στην εργατική τάξη εκμεταλλεύεται ο φασισμός για να εδραιωθεί μέσα σε αυτήν χωρίς βεβαία αυτό να σημαίνει ότι θα καταφέρει να αποκτήσει μια μαζική εργατική βάση.

·         Στη σχέση του φασισμού με την εργατική τάξη υπάρχουν δυο σημεία τακτικής του πρώτου προς τη δεύτερη. Από τη μια υπάρχει μια φυσική καταπίεση που εμφανίζεται ωμα. Από την άλλη ,κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εκφασισμού λειτουργεί κυρίως ο ιδεολογικός μηχανισμός του φασισμού, μέσω του μικροαστικού αντικαπιταλισμού του αλλά και μέσα από την οικειοποίηση από τον φασισμό θεμάτων αυθεντικά προλεταριακών που γίνεται από την αριστερίζουσα πτέρυγα του φασισμού μέχρι αυτή βεβαία να παρακμάσει. Ο ιδεολογικός ρόλος του φασισμού τον οδηγεί σε μια ιδιαίτερη πολιτική απέναντι στην εργατική τάξη . Από τη μια συστηματικές επιθέσεις απέναντι στην εργατική τάξη και τις οργανώσεις της, σπάσιμο των απεργιών, από την άλλη συμμετοχή στους αγώνες της εργατικής τάξης (σημ. πάει το μυαλό σας στη χαλυβουργία?).

Διαδικασία εκφασισμού μέρος τρίτο - φασισμός και μικροαστική τάξη
Κατ αρχήν, κάποια ιδεολογικά χαρακτηριστικά της μικροαστικής τάξης απαραίτητα για την κατανόηση της στενής σχέσης της με την άνοδο του φασισμού.

1.       Μια αντικαπιταλιστική ιδεολογική χροιά του κοινωνικού status quo. Εναντίον του μεγάλου κεφαλαίου άλλα γενικά υπέρ του κοινωνικού κατεστημένου λήγω της προσκόλλησης της στην ιδιοκτησία. Επιθυμία για αλλαγή και άνοδο που μπορεί να έρθει μέσα από “θεμιτό” ανταγωνισμό και αξιοκρατία χωρίς όμως να αλλάξει σε τίποτα το σύστημα.

2.       Φετιχισμός της εξουσίας ,πιστή στο ουδέτερο ταξικά κράτος που σε ακραίες περιπτώσεις φτάνει στη λατρεία του κράτους .

3.       Το γεγονός  δεν ανήκει ούτε στην αστική ούτε στην εργατική τάξη άλλα αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στις δυο, σημαίνει ότι δεν έχει δικά της μακροπρόθεσμα πολιτικά συμφέροντα και άρα δυσκολεύεται να οργανωθεί πολιτικά ως τάξη. Η οργάνωσή της περνάει μέσα από το κράτος και γι αυτό θεωρεί το κράτος δικός της πολιτικό εκπρόσωπο.

4.       Το γεγονός  η μικροαστική τάξη δεν έχει δικά της μακροπρόθεσμα πολιτικά συμφέροντα δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να οργανωθεί σ ε αυθεντική κοινωνική δύναμη. Μία τέτοια περίπτωση είναι ο φασισμός.

Σχέση φασισμού μικροαστικής τάξης

·         Η διαδικασία εκφασισμού αντιστοιχεί σε οικονομική κρίση της μικροαστικής τάξης που οφείλεται στη συγκεντροποίηση του κεφαλαίου κατά τη διάρκεια του εκφασισμού.

·         Η διαδικασία εκφασισμού και ο φασισμός αντιστοιχούν σε μία κατάσταση πολιτικής κρίσης της μικροαστικής τάξης  και στη συγκρότηση της σε αυθεντική κοινωνική δύναμη χάρη στα φασιστικά κόμματα.  Η ήττα της εργατικής τάξης οδηγεί τη μικροαστική τάξη μακριά από αυτήν ενώ η αρχική προσκόλληση της στα αστικά κόμματα, λόγω της κρίσης αντιπροσωπευτικότητας, τερματίζεται και οι μικροαστοί πλέον αντιλαμβάνονται τα κόμματα ως κοινοβουλευτικά εξαρτήματα. Η μικροαστική τάξη τα εγκαταλείπει και έτσι ανοίγει ο δρόμος προς τα φασιστικά κόμματα.

·         Τα φασιστικά κόμματα είναι εκπρόσωποι της μικροαστικής τάξης όσον αφορά στην ιδεολογία.  Όσον αφορά στα πραγματικά συμφέροντα ο φασισμός εκπροσωπεί τα συμφέροντα της μικροαστικής τάξης μόνο κατά την πρώτη περίοδο εκφασισμού. Όταν πάρει την εξουσία και σταθεροποιηθεί εγκαταλείπει τα μικροαστικά συμφέροντα για το συμφέρον του μεγάλου κεφαλαίου το όποιο πραγματικά εκπροσωπεί.

·         Κατά τη διάρκεια του φασισμού έχουμε μια έξαρση της μικροαστικής ιδεολογίας που αποτελεί διαστρέβλωση της αστικής ιδεολογίας προσαρμοσμένης στις προσδοκίες της μικροαστικής τάξης. Η επικράτηση της μικροαστικής ιδεολογίας αντιστοιχεί/ ταυτίζεται με την ιδεολογία του μεγάλου κεφαλαίου όταν η φιλελεύθερη κλασική ιδεολογία αδυνατεί πλέον να ανταποκριθεί σε αυτό το ρόλο. Φετιχισμός της εξουσίας, ισχυρό κράτος, υστερικός εθνικισμός, αρχηγισμός και γενικά ότι στρέφεται γύρω από τη λατρεία του κράτους ενώνει τα πραγματικά συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου με την ιδεολογία της μικροαστικής τάξης.

·         Το τμήμα της μικροαστικής τάξης που αποτελείται από στελέχη, υπαλλήλους, τεχνικούς είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο στην τεχνοκρατική ιδεολογία . Λατρεία της αποτελεσματικότητας ,ουδετεροποίηση της κουλτούρας βρίσκει στο φασισμό , με την μυθοποίηση που αυτός παράγει της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας, το ιδεολογικό στοιχειό που ενώνει κεφάλαιο και μικροαστική τάξη.

·         Η φασιστική ιδεολογία γενικά είναι ένα αμάλγαμα αντιφατικών στοιχείων μέσα στο όποιο ο αντικαπιταλιστικός χαρακτήρας της μικροαστικής τάξης παίζει σημαντικό ρολό. Αντιπλουτοκρατία , εναντίωση στο τοκογλυφικό τραπεζικό κεφάλαιο, εναντίωση στα μονοπώλια, εναντίωση στη φορολογία, εναντίωση στο δικαιϊκό σύστημα  και αντικατάσταση του τόσο από τη μικροαστική ηθική περί “τιμής” και “καθήκοντος” από τη μια όσο και από την αυθαίρετη απόφαση του αρχηγού από την άλλη.

Διαδικασία εκφασισμού μέρος τέταρτο και τελευταίο

Στο τελευταίο αυτό στάδιο της διαδικασίας εκφασισμού θα παραθέσουμε ορισμένα αποσπάσματα από το “συμπέρασμα” με το όποιο ο Πουλαντζάς κλείνει το βιβλίο του . Όσα αναφέρθηκαν, είναι ελάχιστα σχετικά με το περιεχόμενο και τον πλούτο του βιβλίου και όποιος πραγματικά βρήκε κάποιο ενδιαφέρον σε αυτά τα λίγα και τον ενδιαφέρει το θέμα ας διαβάσει το βιβλίο.


“Δεν πρέπει να νομίζουμε ότι ο φασισμός ,που ενδεχομένως θα επανεμφανιστεί, θα προσλάβει αναγκαστικά μορφές ταυτόσημες μ εκείνες του παρελθόντος . Το ίδιο ισχύει και για την διαδικασία εκφασισμού που θα οδηγούσε σ αυτόν. Η  ιστορία δεν επαναλαμβάνεται ποτέ με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Η ιδία μορφή καθεστώτος εκτάκτου ανάγκης και το ίδιο είδος πολίτικης κρίσης παρουσιάζουν διαφορετικά γνωρίσματα ανάλογα με τις ιστορικές περιόδους.

Ο Μαρξ ,μετά τον Χέγκελ , έλεγε πως κάποτε συμβαίνει ακόμα και η ιστορία να επαναλαμβάνεται στην κυριολεξία. Άλλα τότε αυτό που τη πρώτη φορά είχε τη μορφή τραγωδίας τη δεύτερη παίρνει τη μορφή κωμωδίας. Η διατύπωση είναι βεβαία εντυπωσιακή άλλα δεν είναι ορθή παρά μόνο από μια ορισμένη οπτική γωνιά. Υπάρχουν πράγματι αιματηρές κωμωδίες. 

Μετά από όλα αυτά το θεμελιώδες πρόβλημα που παραμένει είναι αν σήμερα επίκειται μια διαδικασία εκφασισμού ή αν έχει κιόλας αρχίσει. Το να πραγματευτούμε το ζήτημα αυτό, απαιτεί συγκεκριμένη ανάλυση των σημερινών συγκυριών. Δύσκολα όμως θα απαντούσαμε στο ερώτημα αν δεν είχαμε διασαφηνίσει σε τι συνίσταται πραγματάκια το φασιστικό φαινόμενο και το κράτος εκτάκτου ανάγκης.. Σε αυτή την ανάγκη προσπαθούμε να ανταποκριθούμε αυτή τη στιγμή.


Μερικές επιπλέον παρατηρήσεις από ανθρώπους που έχουν ασχοληθεί με το συγκεκριμένο βιβλίο του Νίκου Πουλαντζά.

1) Είναι απόλυτα σωστό ότι ο μπαμπούλας του φασισμού χρησιμοποιείται συχνά και όχι μόνο από δηλωμένες δεξιές δυνάμεις, με σκοπό να ανακοπεί η επαναστατική ορμή της εργατικής τάξης και των λαϊκών μαζών.

2) Αντίθετα, είναι επίσης σωστό, αν λιγάκι έχουμε διδαχτεί από την ιστορία ότι το ζήτημα του φασισμού είναι επίκαιρο. Ότι πρέπει να το δούμε σοβαρά και το χειριστούμε σωστά.  Να λαθέψουμε σήμερα και να είμαστε ανίκανοι να διαγνώσουμε την πραγματικότητα μιας ενδεχόμενης διαδικασίας εκφασισμού θ α ήταν όσο ποτέ άλλοτε ασυγχώρητο. Ο φασισμός δεν είναι “αρρώστια” ή “ατύχημα” που συμβαίνει μόνο στους άλλους.

3) Το ζήτημα της ενδεχόμενης επανεμφάνισης του φασισμού γίνεται πολύπλοκο στο βαθμό που ξεπηδάμε στη σημερινή φάση του ιμπεριαλισμού και μέσα στις μητροπόλεις του τόσο πολλές αλλαγές των κρατικών μηχανισμών και του θεσμικού συστήματος στο σύνολο του. Το πρόβλημα έγκειται ακριβώς στο να μη συγχέουμε τη διαδικασία αλλαγών με μια ενδεχόμενη διαδικασία εκφασισμού παρά τις επιφανειακές αναλογίες. Το αντίθετο, δεν πρέπει η σημερινή διαδικασία μετασχηματισμού, να μας κρύβει το ενδεχόμενο να εκτυλίσσεται μέσα της μία πραγματική διαδικασία εκφασισμού.
Πρέπει επίσης να σημειωθεί πως ότι γραφεί ο Πουλαντζάς προκύπτει μέσα από μια ξεκάθαρη μαρξιστική ανάλυση και μια λενινιστική πολιτική τοποθέτηση (πχ εμμένει σε μια ιμπεριαλιστική ερμηνεία του σύγχρονου καπιταλισμού που σήμερα για κάποιους μοιάζει παρωχημένη). Παρά το γεγονός αυτό όμως, παραμένει ένα έργο, που αποκαλύπτει πτυχές της ιστορίας ,όχι εκ των υστέρων, άλλα όπως αυτή διαμορφώνεται ίσως τις μέρες που ζούμε.
Γιατί οι εποχές είναι κρίσιμες και επικίνδυνες και εάν βρισκόμαστε ήδη μέσα σε μια τέτοια διαδικασία δεν μας επιτρέπεται να λεμέ αργότερα πως δεν γνωρίζαμε…

Αυτό που οφείλουμε να κατανοήσουμε και άμεσα μέσα από την αλληλεγγύη, το σεβασμό και την κοινή δράση να πολεμήσουμε, είναι πως η διαδικασία εκφασισμού, έχει πάντα ανθρώπινες απώλειες. 
Σημαντικό είναι να αντιληφθούμε τη χρησιμότητα της υποτίμησης ομάδων ανθρώπων για την εξυπηρέτηση του κεφαλαίου. Για τα μαύρα πρόβατα της σύγχρονης ευρωπαϊκής πραγματικότητας, τις αδύναμες οικονομίες της Ελλάδας, της Ισπανίας, της Ιταλίας, της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας, χρησιμοποιήθηκε το ακρώνυμο
P.I.G.S. Ο Ευγένιος Τριβιζάς αναφέρει σε ένα άρθρο του:
Το
αρκτικόλεξο «ΡΙGS», το οποίο χρησιμοποιούν Δυτικοευρωπαίοι και Αγγλοσάξονες επενδυτές και σχολιαστές, ως συνοπτικό τρόπο αναφοράς στους λαούς της Νότιας Ευρώπης και τις οικονομίες τους, δεν είναι μόνο μια κακόγουστη προσβολή. Είναι μια σύγχρονη εκδοχή του ιστορικού φαινομένου της αμφισβήτησης της ανθρώπινης φύσης του συνανθρώπου, της διαδικασίας κατά την οποία μέλη μιας εθνικής ομάδας υποβιβάζουν τα μέλη μιας άλλης στο επίπεδο των ζώων, μεταδίδοντας έμμεσα το μήνυμα ότι είναι άξια να τύχουν παρόμοια με αυτά μεταχείρισης.

Και παρακάτω συμπληρώνει:
Όσοι εξακολουθούν να τον χρησιμοποιούν δεν αντιλαμβάνονται τη σοβαρότητα μιας τέτοιας πρακτικής. Λησμονούν ότι παρόμοιες μειωτικές εκφράσεις είχαν χρησιμοποιηθεί συστηματικά κατά το παρελθόν για να απευαισθητοποιήσουν την κοινή γνώμη, να αναστείλουν τυχόν ενδοιασμούς, να απενεργοποιήσουν τη συναισθηματική ταύτιση και να διευκολύνουν διωγμούς, σφαγές, ακόμα και γενοκτονίες.


Παράλληλα όμως ο ίδιος μηχανισμός για να καταφέρει την απόσταση μεταξύ των ανθρώπων, έχει επιβάλλει και το πρότυπο της κανονικότητας. Ένα πρότυπο τόσο έξω από τη φύση και τη ζωή, που εξυπηρετεί με απόλυτο τρόπο όμως τη δημιουργία πλουτοπαραγωγικών μηχανών. Το καθώς πρέπει είναι αυτό που οδηγεί το άτομο να αναζητά την ομοιογένεια, που αν του επιβαλλόταν άμεσα και ξεκάθαρα θα το έκανε να αντιδράσει. Οι στολές, οι μόδες, ο ευτελισμός των κινημάτων μέσα από την παρουσίαση τους ως lifestyle, έρχονται να καθοδηγήσουν προς την κανονικότητα, χρησιμοποιώντας ταυτόχρονα σλόγκαν του τύπου, «να είσαι πάντα ο εαυτός σου».  Απλά ο εαυτός σου, δεν πρέπει να είναι παράξενος. Δεν πρέπει να είναι κοντός, χοντρός, σκούρος, ομοφυλόφιλος, πολιτικοποιημένος, ευαίσθητος, αδύναμος, δυσλεκτικός, ανάπηρος, διαφορετικός. Πρέπει να πολεμάς να γίνεις ίδιος, να ενταχθείς όχι αποδεχόμενος τον εαυτό σου και το διπλανό σου, αλλά να ενταχθείς ως όμοιος μεταξύ ομοίων. Η διαφορετικότητα υποτιμάται πλέον από τον ίδιο το φορέα της, σε μειονέκτημα, σε πρόβλημα, σε εχθρό. Με τον τρόπο αυτό, η κανονικότητα χαρακτηρίζει ανθρώπους, διαμορφώνει εθνική ταυτότητα και δίνει την πιστοποίηση που απαιτεί κάθε καλολαδωμένο γρανάζι.

Τρίτη 22 Ιανουαρίου 2013

Ζωή σε λόγου τους...



Πέθανε, αυτοκτονία, τον τρέλαναν τα οικονομικά προβλήματα. Πέθανε, τον δολοφόνησαν φασίστες. Πέθανε, δεν είχε μηχάνημα το νοσοκομείο. Πέθανε, ήταν άστεγος και πάγωσε. Πέθανε, δεν είχε φάει εδώ και μέρες. Πέθανε, έπιασε τη μάνα του από το χέρι και πήδηξαν στο κενό. 


Εδώ και χρόνια ακούμε αυτά τα νέα. Εδώ και χρόνια τους ακούμε να μας λένε πόσο φταίμε γι αυτό. Εδώ και χρόνια μάθαμε, πως δεν πρέπει να μιλούμε, δεν πρέπει να αντιδρούμε, δεν πρέπει να νοιαζόμαστε, δεν πρέπει να οργιστούμε γιατί αλλιώς είμαστε αιθεροβάμονες, είμαστε γραφικοί, είμαστε φίλοι με την τρομοκρατία, είμαστε η ανομία. 


Έτσι τους αφήσαμε να μας πουν, τι πρέπει να βάζουν οι αγρότες στα χωράφια τους. Μας πείσανε πως δεν μπορούμε και δεν πρέπει να παράγουμε ρούχα, παπούτσια, ηλεκτρικά και γενικά τίποτα. Μας έδειξαν πως η Ελλάδα θα γίνει μία χώρα παροχής υπηρεσιών και ο τουριστικός παράδεισος της Ευρώπης. Είδαμε ένα ένα τα εργοστάσια, τις βιοτεχνίες, τα καταστήματα να κλείνουν. Μάθαμε από αυτούς, πως ο μόνος λόγος να απεργούμε ή να αντιδρούμε είναι οι περικοπές (ε αυτό το θέλαμε κι εμείς λίγο, αφού οι αγελάδες ήταν παχιές και η πολιτική τόσο βαριά για βραδινή κουβέντα). Μας ενημέρωναν πάντα για το πόσο μας ταλαιπωρούν οι απεργίες, οι πορείες, οι αντιδρώντες εν γένει και πόσο εξοργισμένοι είμαστε μαζί τους. Μας έμαθαν να φταίει πάντα ο διπλανός μας και ποτέ αυτοί.

Πιστέψαμε κι εμείς στην παροχή υπηρεσιών και βρεθήκαμε σε μια πόλη, όπου το μπαξεδάκι που μας τάιζε ντομάτα με άρωμα και γεύση ντομάτας ήταν θολή ανάμνηση. Άνοιξαν οι τράπεζες για όλους μας. Πήραμε δάνεια, πήραμε πιστωτικές, πήραμε αέρα. Μετά οι εταιρίες που προωθούσαν τραπεζικά προϊόντα, έγιναν εισπρακτικές και ήρθε η ώρα της πληρωμής. Τι έχεις; Σπιτάκι, χωραφάκι, καλώς τα παίρνουμε! Δεν έχεις, βάλε μια τζίφρα εδώ να περάσει το χρέος στο παιδί σου μη και σου τη βαρέσει και πηδήξεις από καμιά ταράτσα. 


Τώρα μας λένε, πως τα παιδιά δεν πειράζει να πεινάνε, δεν πειράζει να μην έχουν βιβλία, δεν πειράζει να μην έχουν γονείς που μια στο τόσο χαμογελάνε. Μας λένε πως αν η μάνα μας αρρωστήσει, πρέπει να προτιμήσουμε το κοράκι από το γιατρό, γιατί αυτό συμφέρει τις αγορές. Μας λένε πως μόνο είκοσι χρονάκια θα περάσουμε έτσι. Μας λένε πως τα 500€ είναι αρκετά για να ζήσουμε. Μας ζητάνε να αρνηθούμε και το ψωμί και την παιδεία και την ελευθερία και να αφεθούμε σε μια ανθρωποθυσία για να κατευνάσουμε τις αγορές. 


Μας λένε πως οι χώροι που μας προσφέρεται κάτι δωρεάν, όπου γίνονται πολιτικές συζητήσεις, συλλογικές κουζίνες, μαθήματα, όπου γίνεται προσπάθεια να γίνει πράξη η αλληλεγγύη, όπου άστεγοι βρίσκουν κατάλυμα, είναι εστίες ανομίας. Μας λένε πως τα νόμιμα εγκατελειμένα κτίρια, καλώς ρημάζουν και οι άνθρωποι στο κρύο καλώς πεθαίνουν. 


Αυτά μας λέγανε, αυτά μας λένε και έτσι συνεχίζουν. Δίνουν γη και ύδωρ κυριολεκτικά στο ξένο και ντόπιο κεφάλαιο, προδικάζουν για εμάς ως ευλογία μία θέση με μισθό πείνας στο οικονομικό αυτό τσιμπούσι και εμείς κοιτάμε. Κοιτάμε και κατηγορούμε δώθεν και κείθεν. Όπου του φαίνεται του καθενός. Την πιθανότητα να κατεβάσουμε ρολά στις απαιτήσεις τους και να βγούμε στους δρόμους και να δείξουμε πως θέλουμε και μπορούμε μια άλλη πραγματικότητα όμως δεν τη βλέπουμε. Δεν μας την είπαν και δεν μας την έμαθαν κι εμείς μόνο αυτά ξέρουμε να κάνουμε, αυτά που μας έδειξαν, μας είπαν, μας έμαθαν. Ξέρουμε να αντιγράφουμε τη λαμογιά τους, ξέρουμε να καλύπτουμε τη βρωμιά τη δική μας και της οικογένειας μας, ξέρουμε να εκμεταλλευόμαστε τον πιο φτωχό, ξέρουμε να ξεχνάμε και πιθηκίζουμε τους αστούς, ενώ εμείς είμαστε το γεύμα. 


Αν λοιπόν δεν κάνουμε κάτι διαφορετικό από όσα κάναμε ως τώρα, αν δεν είμαστε δίπλα ο ένας στον άλλο και επιλέγουμε αυτή τη "φωνή της λογικής" που λέει πως δεν μπορούμε αλλιώς, ας μας συλλυπηθούμε και ας πούμε ζωή σε λόγου τους, γιατί εμείς έχουμε ήδη παραιτηθεί από τη δική μας.