Το Free Earth Festival έγινε φέτος αφορμή για μια έντονη συζήτηση: μπορεί η μουσική να είναι χώρος συνύπαρξης ή γίνεται μέσο κανονικοποίησης;
Πολλοί φίλοι και σύντροφοι υπενθύμισαν, σωστά, ότι το πολιτιστικό μποϊκοτάζ έχει υπάρξει όπλο αντίστασης. Στη Νότια Αφρική, για παράδειγμα, η διεθνής καμπάνια πίεσε θεσμούς, καλλιτέχνες και εταιρείες που συνεργάζονταν με το απαρτχάιντ και βοήθησε να γονατίσει το καθεστώς. Το ίδιο εργαλείο χρησιμοποιήθηκε και αργότερα, όταν διεθνείς καλλιτέχνες αρνήθηκαν να εμφανιστούν σε χώρες που βρίσκονταν σε πόλεμο ή υπό αυταρχικά καθεστώτα – από το Σουδάν μέχρι τη Μυανμάρ. Κατανοώ απόλυτα γιατί αρκετοί θεωρούν ότι η ίδια στρατηγική πρέπει να εφαρμόζεται παντού, χωρίς εξαιρέσεις. Η συνέπεια είναι ζήτημα αξιοπιστίας για κάθε κίνημα.
Η σύγκριση όμως χρειάζεται προσοχή: τότε οι ίδιες οι συναυλίες με «μόνο λευκούς» καλλιτέχνες και θεατές ήταν άμεση υλοποίηση του απαρτχάιντ. Σήμερα, στο Free Earth, το κοινό ήταν πολυεθνικό, μικτό, με παλαιστινιακά φουλάρια και αντιπολεμικά μηνύματα παρόντα. Η εμπειρία του χώρου δεν αναπαρήγαγε αποκλεισμούς· αντίθετα, έδειξε ότι η σκηνή μπορεί να παραμένει διεθνιστική.
Το βαθύτερο ζήτημα είναι αλλού: η καπηλεία του τραύματος. Δύο χρόνια μετά την επίθεση στο φεστιβάλ στη Ρεΐμ, ο πόνος των επιζώντων είναι υπαρκτός. Αντί να σεβαστούμε τον χώρο του πένθους, η μνήμη τους χρησιμοποιείται, με τον χειρότερο τρόπο, από κρατικούς και φιλοϊσραηλινούς μηχανισμούς ως εργαλείο προπαγάνδας. Μια σκηνή που γεννήθηκε για την ελευθερία και την ειρήνη παρουσιάζεται ως άλλοθι για να θεωρείται ο πόλεμος «αναγκαίος». Αυτό είναι η πραγματική καπηλεία: η αρπαγή της μνήμης για να νομιμοποιηθεί η καταστροφή στη Γάζα.
Και ενώ συμβαίνει αυτό, κινδυνεύουμε να χαθούμε σε εσωτερικές κατηγορίες. Αν στοχοποιούμε αδιάκριτα το κοινό που αναζητά χώρους ελευθερίας, αντί να εστιάζουμε σε καλλιτέχνες που δηλώνουν πρεσβευτές κρατών ή σε διοργανωτές που συνεργάζονται με λόμπι, τότε μικραίνουμε το ίδιο το κίνημα αλληλεγγύης.
Δεν γράφω αυτά για να ακυρώσω τις ενστάσεις όσων πιστεύουν στο απόλυτο μποϊκοτάζ· γράφω γιατί με προβληματίζει όταν η κουβέντα μεταφέρεται από τους θεσμούς και τις κυβερνήσεις στους ίδιους τους ανθρώπους που ψάχνουν στιγμές ελευθερίας.
Τα πραγματικά πεδία μάχης είναι αλλού. Σε έρευνα του Ινστιτούτου Δημοκρατίας του Ισραήλ (Ιούνιος 2025), το 79% των Εβραίων Ισραηλινών δήλωσε ότι «δεν ανησυχεί ιδιαίτερα» για την πείνα στη Γάζα. Σύμφωνα με το aChord του Εβραϊκού Πανεπιστημίου, το 64% συμφώνησε με τη φράση «δεν υπάρχουν αθώοι στη Γάζα». Και όπως έγραψε η Haaretz, το 82% υποστήριξε την εκτόπιση των Παλαιστινίων από τη Γάζα. Τα ποσοστά αυτά δεν είναι απλώς αριθμοί· δείχνουν πώς μια κοινωνία συνηθίζει να αποδέχεται την αποανθρωποποίηση και δίνουν πολιτική κάλυψη στις αποφάσεις της κυβέρνησης για πολιορκία, λιμό και εκτοπίσεις. Εκεί διαμορφώνεται η κανονικότητα της βαρβαρότητας – όχι σε μια σκηνή όπου χιλιάδες άνθρωποι από δεκάδες χώρες χορεύουν μαζί. Ας μην ξεχνάμε πως και η δική μας χώρα επίσημα τάσσεται με αυτή την λογική και η Ισλαμοφοβία που καλλιεργείται εδώ και χρόνια, βρήκε τον εκδικητή της.
Γίνεται διαφορετικά; Υπάρχουν κινήσεις προς αυτή την κατεύθυνση. ΔΙεθνώς βλέπουμε φεστιβάλ που παίρνουν καθαρή θέση. Στην Αυστραλία, το Earth Frequency Festival απαίτησε φέτος από όλους τους καλλιτέχνες να υπογράψουν ηθικό συμβόλαιο κατά της γενοκτονίας και των παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η πολιτική αυτή οδήγησε στη ματαίωση εμφάνισης των Infected Mushroom, οι οποίοι διαφώνησαν με το πλαίσιο. Παρά τις αντιδράσεις, οι διοργανωτές υπερασπίστηκαν την απόφαση, τονίζοντας ότι η μουσική δεν μπορεί να αγνοεί την πραγματικότητα της καταπίεσης και του ρατσισμού.
Το παράδειγμα αυτό δείχνει ότι η ουδετερότητα δεν είναι μονόδρομος: ένα φεστιβάλ μπορεί να δηλώνει ρητά ποιες αξίες υπηρετεί και να προστατεύει τους χώρους ελευθερίας από το art-washing. Αν το Free Earth θέλει να σταθεί στο ύψος των αρχών που επικαλείται — ειρήνη, ελευθερία, ισότητα — τότε χρειάζεται και αυτό να οριοθετήσει καθαρά τι σημαίνει για το ίδιο η αποδοχή ή η απόρριψη καλλιτεχνών και κοινού.
---
Το ερώτημα, λοιπόν, δεν είναι αν κάποιος πήγε σε φεστιβάλ. Είναι ποιον εξυπηρετεί ο διχασμός μας; Η ιστορία δείχνει ότι το μποϊκοτάζ είναι αποτελεσματικό όταν στοχεύει καθαρά θεσμούς, εταιρείες, καλλιτέχνες που συνειδητά στηρίζουν στρατούς κατοχής. Όχι όταν μετατρέπεται σε τυφλή ενοχοποίηση του κοινού.
Η μνήμη όσων χάθηκαν στη Ρεΐμ ανήκει στους ανθρώπους που πόνεσαν, όχι σε κυβερνήσεις και λόμπι που την εμπορεύονται και την κάνουν άλλοθι σφαγής. Δεν μπορεί να χρησιμοποιείται για να σκεπάζει την καταστροφή στη Γάζα.
Αν η τέχνη και η μουσική έχουν νόημα, είναι για να μας θυμίζουν ότι καμία ανθρώπινη ζωή δεν είναι αναλώσιμη. Αυτό είναι το νήμα που μπορεί να ενώσει — πέρα από φεστιβάλ και στρατόπεδα, απέναντι σε κάθε απόπειρα καπηλείας και κάθε μορφή γενοκτονίας. Και ίσως αυτή να είναι η αφετηρία μιας πιο πλατιάς, διεθνιστικής αλληλεγγύης: να υπερασπιστούμε μαζί τους χώρους ελευθερίας, όχι να τους εγκαταλείπουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου